- Ξενοφῶντα
- Ξενοφῶνofmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αρριανός, Φλάβιος — (Νικομήδεια Βιθυνίας 95; – 175; μ.Χ.).Ιστορικός και φιλόσοφος. Σπούδασε αρχικά στην πατρίδα του και ύστερα στη Νικόπολη της Ηπείρου, όπου είχε δάσκαλο τον Επίκτητο. Αργότερα υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις στον ρωμαϊκό στρατό και βρέθηκε έτσι στην… … Dictionary of Greek
Σωκράτης — I Ένας από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους της αρχαίας Ελλάδας (Αθήνα 470 ή 469 399 π.Χ.). Γιος ενός γλύπτη και μιας μαίας, ο Σ. πρέπει να είχε κάποια οικονομική άνεση, όπως αποδείχνει το γεγονός ότι πέρασε όλη του τη ζωή αδιαφορώντας για τα… … Dictionary of Greek
γρύλλος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ένας από τους συντρόφους του Οδυσσέα, που μεταμορφώθηκε σε χοίρο από την Κίρκη και αρνήθηκε έπειτα να επιστρέψει στην ανθρώπινη μορφή του. II Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ο πατέρας του Αθηναίου ιστορικού Ξενοφώντα (4ος αι. π … Dictionary of Greek
Αινέας — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Κορίνθιος στρατηγός, γιος του Ωκύτη, που κύρωσε την ανακωχή Αθηναίων και Σπαρτιατών το 423 π.Χ. 2. Λοχαγός από τη Στυμφαλία (4ος αι. π.Χ.). Αναφέρεται στην Κύρου Ανάβαση του Ξενοφώντα, ότι πέθανε λίγες μέρες πριν οι… … Dictionary of Greek
Αναξίβιος — (; – 338 π.Χ.). Σπαρτιάτης ναύαρχος (401 400 π.Χ.). Βρισκόταν με τον στόλο του στο Βυζάντιο, όταν έφτασαν εκεί οι μύριοι Έλληνες με τον Ξενοφώντα και τον Χειρίσοφο. Υποσχέθηκε να τους οδηγήσει στην πατρίδα τους, όμως o πραγματικός του σκοπός ήταν … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Θεμιστογένης ο Συρακούσιος — (τέλη 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ.). Ιστοριογράφος από τις Συρακούσες, σύγχρονος ίσως του Ξενοφώντα, ο οποίος τον αναφέρει στα Ελληνικά. Έγραψε έργο με τίτλο Κύρου Ανάβασις, το οποίο δεν διασώθηκε. Πολλοί υποθέτουν πως το όνομα αυτό ήταν απλώς… … Dictionary of Greek
Κάθοδος των Μυρίων — Η επιστροφή των Ελλήνων μισθοφόρων στον στρατό του Κύρου του Νεότερου, από τα Κούναξα στον Εύξεινο Πόντο (401 π.Χ.), υπό την ηγεσία του Ξενοφώντα, μετά την ήττα του Κύρου από τον αδελφό του, Αρταξέρξη. Η εκστρατεία αυτή περιγράφεται στα έργα του… … Dictionary of Greek
Χειρίσοφος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Γλύπτης από την Κρήτη, που ήκμασε στο τέλος του 7ου και στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. Μαζί με τον Δίποινο και τον Σκύλλιδα, ανήκει στη σχολή των Δαιδαλιδών. Ο Παυσανίας αναφέρει ως έργα του το επίχρυσο λατρευτικό ξόανο… … Dictionary of Greek
Μιθριδάτης — Όνομα διαφόρων βασιλιάδων του Πόντου και της Περγάμου. Η σειρά των βασιλιάδων αυτών αρχίζει με τον M. A’, που στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. ίδρυσε το βασίλειο του Πόντου. Οι σημαντικότεροι βασιλείς με το όνομα Μ. είναι οι ακόλουθοι: 1. Σατράπης του … Dictionary of Greek